Κοίταξε το χρώμα του ουρανου, μπάλωσε το σταματημενο δάκρυ κάτω από το μάγουλο της με ένα κουμπί, χαμογέλασε στο αστέρι που την περίμενε μέχρι να ξυπνήσει απλά για να της χαρίσει την καλημέρα του, πήρε μια ανάσα για υπενθύμιση άνοιξε την ντουλάπα της και είπε: -Είμαι το κόκκινο μου το κασκολ το λευκό μου πουλόβερ, το κοράλλι μου φόρεμα και το γκρίζο μου φούτερ. Η μπαλωμένη μου κουβέρτα , το πουπουλένιο μπουφάν, τα μάλλινα γάντια, το μαγιό οι σαγιονάρες και οι αδιάβροχες μου γαλότσες. Τα πέδιλα και το ψάθινο χαλάκι, το ποδήλατο και το φουσκωτό μου ροζ κρεβατάκι. Το μαύρο ροκ μπλουζάκι αλλα και το θαλασσι φορεματάκι. Άγγιξε το κόκκινο κασκολ και κοίταξε το χρώμα του ουρανού. Έκλεισε τα ματια πήρε μια ανάσα για άλλη μια υπενθύμιση και συνέχισε: Είμαι ότι βλέπω αλλα και ολα αυτα που δεν βλέπω. Έπειτα πήρε μια αποσκευή και τοποθέτησε το κάθε κομμάτι με την ιστορία και την σοφια του μέσα σε αυτή την αποσκευή με ιδιαίτερη προσοχή και τρυφερότητα σαν νεογέννητο έτοιμο για ζωή. Τα κοίταξε ...